Ένα από τα πολύ σπάνια και παλιά ελληνικά σπιρτόκουτα που διαθέτει το «Μουσείο του Σπιρτόκουτου» είναι ο Τσολιάς.
Ο Τσολιάς, το σπιρτόκουτο, είναι από την περίοδο των «Ελληνικών Πυρείων», κατασκευάστηκε το 1930 στη Φινλανδία και φυσικά το κουτί είναι ξύλινο.
Οι Τσολιάδες ή αλλιώτικα Εύζωνοι είναι επίλεκτοι στρατιώτες του ελληνικού στρατού. Η στολή τους καθιερώθηκε επίσημα από τον βασιλέα Όθωνα της Ελλάδας, την οποία έφερε και ο ίδιος σε επίσημες εμφανίσεις.
Μέσα από την ιστορική δράση των ευζωνικών ταγμάτων οι εύζωνες έχουν αναχθεί σε σύμβολα γενναιότητας για τον ελληνικό λαό. Στις μέρες μας «Εύζωνοι» καλούνται οι στρατιώτες της Προεδρικής Φρουράς, οι οποίοι εκτελούν αποστολές συμβολικού χαρακτήρα, με κεντρική τη φύλαξη του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη και του Προεδρικού Μεγάρου.
Το μη αναμενόμενο είναι η ετυμολογία της λέξης «τσολιάς», που παράγεται από την τουρκική λέξη «τσουλ», από την οποία προέρχεται και το γνωστό μας τσόλι, που σημαίνει φθαρμένο χαλί ή ρούχο. Έτσι, ο τσολιάς είναι αυτός που είναι ντυμένος με τσόλια, δηλαδή ο βρομιάρης, ο κουρελής, ο τιποτένιος, ο πρόστυχος. Τσολιάδες έλεγαν εντελώς υποτιμητικά οι Τούρκοι τους Έλληνες αγωνιστές της Επανάστασης. Είναι αξιοπερίεργο πως διατηρήθηκε αυτός ο απίστευτα προσβλητικός χαρακτηρισμός, όχι από τους Τούρκους, αλλά από τους Έλληνες…
Το 1868, όταν και ιδρύθηκε η προεδρική φρουρά, επιλέχθηκε η ομηρική λέξη “Εύζωνος”, ο καλά ζωσμένος, για να περιγράψει τους τσολιάδες που υπηρετούσαν σε αυτή.
Και εν πάση περιπτώσει, το σημαινόμενο της λέξης τσολιάς, πλέον, είναι οπωσδήποτε ένας αρρενωπός άνδρας μεγάλου αναστήματος και επιβλητικός.