Η σειρά σπιρτόκουτων «Kρατικά Λαχεία» κυκλοφόρησε το 1981. Αποτελείτο από 10 χάρτινα σπιρτόκουτα κατασκευασμένα από την ΒΕΛΠΕΞ. Διαφήμιζε όλα τα κρατικά λαχεία όπως Λαϊκό, Εθνικό και Κρατικό, ενώ στο πίσω μέρος φέρει διάφορα συνθήματα. Το τιράζ της ήταν : στον Α’ τύπο που κυκλοφόρησαν 15 εκατ. τεμάχια και στο Β’ τύπο 5 εκατ. τεμάχια. Είναι μια από τις σπάνιες σειρές σπίρτων.
Οι Έλληνες θεωρούνται μεταξύ των κορυφαίων τζογαδόρων του κόσμου. Από την αρχαιότητα έπαιζαν τυχερά παιγνίδια, από πεσσούς μέχρι κορώνα γράμματα επινοούσαν, για να ποντάρουν στην τύχη. Στην πορεία του χρόνου «ανακάλυψαν» πολλά παιχνίδια, αλλά και τα λαχεία τα οποία στην εξέλιξη των πραγμάτων υιοθετήθηκαν από το κράτος και νομιμοποιήθηκαν. Κυρίως γιατί το κράτος διαπίστωσε ότι μπορεί να βγάλει όσο χρήμα ήθελε από τη νομιμοποίηση του τζόγου.
Στην Ελλάδα στο μέσον του 19ου αιώνα η Αρχαιολογική εταιρία στην προσπάθειά της να περισώσει ότι περισσότερο μπορούσε από τα εκτεθειμένα στην αμάθεια των Ελλήνων και στη ληστρική μανία των ξένων, αρχαία ερείπια, αναγκάστηκε να καταφύγει στη φιλοπατρία των πλούσιων Ελλήνων με διάφορες λαχειοφόρους αγορές, όπως το «Λαχείο Οικίας» όπου ο τυχερός κέρδιζε σπίτι.
Το πρώτο όμως επίσημο λαχείο στη ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους εξεδόθη με διάταγμα του βασιλιά Γεωργίου του Α’, στις 19 Νοεμβρίου 1874. Είναι το λαχείο που σκοπό είχε να εξοικονομήσει πόρους για αρχαιολογικές ανασκαφές.
Η επιτυχία του λαχείου ήταν μεγάλη και έτσι η Αρχαιολογική Εταιρία με τους πόρους που απέκτησε, άρχισε τις ανασκαφές του Διονυσιακού Θεάτρου και της Στοάς του Αττάλου. Κόστιζε 3,30δρχ. και έδινε στον πρώτο τυχερό 22.000δρχ.
Έτσι ξεκίνησε η ιστορία των λαχείων στην Ελλάδα και συνέχεια εξελίσσεται…
Σταθμό και παράδοση πλέον αποτελεί το πρωτοχρονιάτικο λαχείο, γνωστό και ως Κρατικό Λαχείο, που θεσπίστηκε το 1967, σε αντικατάσταση του «Λαχείου Συντακτών». Κυκλοφορεί μια φορά το χρόνο, τον Δεκέμβριο, και κληρώνει την τελευταία ημέρα του χρόνου.